Δευτέρα 18 Μαΐου 2015

Reborn



-"Τα αφανίσαμε τα μπαστάρδια!"
-"Έλα, στην υγειά της Γιάφκας! Καλά τους έκανες, Αρχηγέ!"

     Μόνο τσουγκρίσματα ποτηριών γεμάτα ακριβό κρασί και γέλια ακούγονταν από το μακρύ τραπέζι στο βάθος του πολυτελούς εστιατορίου "Kurin Fazan", στο κέντρο της Πιονγιάνγκ. Οι προσκεκλημένοι, ντυμένοι με κουστούμια σε σκούρα χρώματα, φαίνονταν ιδιαίτερα ευδιάθετοι για κάποιο λόγο εκείνο το βράδυ Σαββάτου. 9 Μαϊου έδειχνε χαμηλά το μεγάλο ρολόϊ  στον τοίχο.

-"Πού βρίσκονται τώρα Αρχηγέ;", ρώτησε ο Γουoν Τον, απευθυνόμενος στον άντρα που καθόταν στην κεφαλή του τραπεζιού.
-"Κάπου μακρυά κι ήσυχα, αν έχουν καθόλου μυαλό στο κεφάλι τους.", απάντησε με βαθιά φωνή ο Γκάντο, αρχηγός της Kkangpae εδώ και 20 χρόνια. Το όριζε η παράδοση ο Αρχηγός της Κορεάτικης Μαφίας να ντύνεται στα λευκά, κι έτσι ξεχώριζε εύκολα από την ομήγυρη.
Γέλασαν αρκετοί, περισσότερο από σεβασμό..
-"Για πείτε, ποια ήταν η αγαπημένη σας εκπομπή; Χαχαχα..", ειρωνεύτηκε ο Σετσουάν που είχε πιει παραπάνω από τους υπόλοιπους.
-"Νομίζω η 4η ήταν που παίξανε και Anathema..!"
-"Και τώρα τι, θα τα ακούμε μόνο από CD; ΧΑΧΑΧΑΧΑ!", συνέχισαν τα κακόγουστα αστεία, αγνοώντας προφανώς την ύπαρξη συσκευών αναπαραγωγής mp3.
-"Εμένα κι η 2η μου φάν.."
ΜΠΑΑΜ!

     Ένας δυνατός κρότος κάλυψε για λίγο κάθε άλλο ήχο. Κόσμος άρχισε να τρέχει ουρλιάζοντας πάνω- κάτω στη λεωφόρο κι οι πρώτες σειρήνες δεν άργησαν να αντηχήσουν. Οι άντρες του τραπεζιού, σαν σε απόλυτη συνεννόηση, τράβηξαν χωρίς δεύτερη σκέψη τα σιδερικά από την εσωτερική του σακακιού. Ποιος αδαής άλλωστε θα τολμούσε να τους πει κάτι, στην ίδια τους την περιοχή. Η αστυνομία; Όρμηξαν αποφασιστικά έξω, και τότε το αντίκρισαν εμβρόνητοι..
     Ένα χαμογελαστό πρόσωπο, τόσο απλά δομημένο που θα το δημιουργούσε με το μολύβι του κι ένα παιδί στο δημοτικό, σχηματιζόταν τώρα από τα φλεγόμενα παράθυρα του ουρανοξύστη που δέσποζε απέναντι από το εστιατόριο. Όχι, δε γίνεται να αφορούσε άλλον, πέρα από αυτούς.. Μα και πάλι, πως; Αδύνατον..

    Μέσα στο χαμό ο Γκάντο πρόσεξε παραδίπλα ένα μικρό ζητιανάκι, ξυπόλητο όπως ήταν και καθισμένο οκλαδόν στο πεζοδρόμιο. Φάνηκε να μη δίνει σημασία στον κόσμο που τον προσπερνούσε τρομαγμένος. Ζωγράφιζε ήσυχα στο τραχύ τσιμέντο του δρόμου κρατώντας ένα αντικείμενο με έντονο ροζ χρώμα. Τα μηνίγγια στο πρόσωπο του Γκάντο άρχισαν να χτυπάνε σαν τρελά!
-"Έι, εσύ μικρέ!", του φώναξε καθώς τον πλησίαζε τρέχοντας σχεδόν. Ο μικρός τον είδε κι έκανε να φύγει, μα δεν ήταν τόσο γρήγορος ώστε να αποφύγει το απλωμένο χέρι που τον άρπαξε.
-"Πού το βρήκες αυτό; Λέγε!". Ο μικρός ζητιάνος ήταν τόσο μικροκαμωμένος, που ο Γκάντο τον είχε σηκώσει στο ύψος του προσώπου του χρησιμοποιώντας το ελεύθερο χέρι του.
-"Ε..Εγώ..Δυο κύριοι πέρασαν και μου το έδωσαν πριν λίγο..!", είπε τρομαγμένα ο μικρός κουνώντας στον αέρα τα λεπτά πόδια του.
-"Και προς τα πού πήγαν που να πάρει!;"
-"Εε.. Δεν πρόσεξα! Συγν.."
Ο Γκάντο άνοιξε τη γροθιά του κι ο μικρός έπεσε αμέσως στο έδαφος. Το αντικείμενο ξέφυγε από τα χέρια του, μα δε φάνηκε να τον απασχολεί ιδιαίτερα. Σηκώθηκε σβέλτα και το 'βαλε στα πόδια, αφήνοντας τον Γκάντο να παρατηρεί το απομεινάρι. Ήταν αυτό που φοβόταν, ένα σαπούνι..
-"ΤΣΑΚΙΣΤΕΙΤΕ ΝΑ ΤΟΥΣ ΒΡΕΙΤΕ, ΗΛΙΘΙΟΙ! ΕΔΩ ΕΙΝΑΙ!!"ούρλιαζε στους δικούς του, πετώντας σάλια από την οργή του. Εκείνοι είχαν παραλύσει. Και τότε έγινε..
ΜΠΟΥΥΜ!

     Ένας δεύτερος κρότος, πιο δυνατός από τον προηγούμενο. Ο ουρανοξύστης άρχισε να καταρρέει τραντάζοντας το έδαφος. Το χαμόγελο στην πρόσοψη άρχισε να παραμορφώνεται και να δίνει τη θέση του στον μαύρο καπνό. 

Το κτίριο έπεφτε.
Η Γιάφκα ξαναγεννιόταν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου